Είναι η ειδικότητα της Οδοντιατρικής που περιλαμβάνει όλες τις χειρουργικές επεμβάσεις που πραγματοποιούνται εντός των ανατομικών ορίων της στοματικής κοιλότητας και απαιτούν τοπική (όχι γενική) αναισθησία.
Οι φρονιμίτες ή αλλιώς σωφρονιστήρες ή τρίτοι γομφίοι είναι τα τελευταία δόντια που ανατέλλουν στη στοματική κοιλότητα σε ηλικία 17-21 ετών. Εξελικτικά είναι δόντια που τείνουν να εκλείψουν και για το λόγο αυτό πολύ συχνά είτε απουσιάζουν εντελώς από το οστό των γνάθων, είτε δεν έχουν χώρο να ανατείλουν φυσιολογικά και παραμένουν έγκλειστοι ή ημιέγκλειστοι.
Έγκλειστοι ονομάζονται οι φρονιμίτες που κατά το χρόνο της φυσιολογικής τους ανατολής δεν έχουν ανατείλει καθόλου και καλύπτονται εξ’ολοκλήρου από τα ούλα και μερικώς ή ολικώς και από το οστό της γνάθου, ενώ ημιέγκλειστοι είναι οι φρονιμίτες που έχουν ανατείλει μερικώς, οπότε ένα τμήμα τους συνήθως φαίνεται στο στόμα, ενώ το υπόλοιπο καλύπτεται από ούλα.
Οι έγκλειστοι ή ημιέγκλειστοι φρονιμίτες τις πιο πολλές φορές δημιουργούν προβλήματα και πρέπει να εξαχθούν. Συνήθως πιέζουν προκαλώντας μετακινήσεις, στρεβλώσεις και συνωστισμό στα μπροστινά δόντια, πολλές φορές καταστρέφοντας ένα αισθητικά άρτιο ορθοδοντικό αποτέλεσμα. Για το λόγο αυτό συστήνεται να αφαιρούνται προληπτικά και μάλιστα στην εφηβική ηλικία προτού διαπλαστούν τελείως, προκειμένου να μη δημιουργήσουν στο μέλλον ορθοδοντικά προβλήματα.
Οι έγκλειστοι ή ημιέγκλειστοι φρονιμίτες μπορούν επίσης να προκαλέσουν τερηδόνα και πόνο στο δίπλα δόντι, περιοδοντίτιδα που μπορεί να επηρεάσει και το δίπλα δόντι, τραυματισμούς όταν έχουν ανατείλει στραβά και ερεθίζουν το μάγουλο ή τη γλώσσα του ασθενούς και τέλος περιστεφανίτιδα. Η περιστεφανίτιδα είναι μια πολύ συνηθισμένη φλεγμονή των ούλων που καλύπτουν τους ημιέγκλειστους φρονιμίτες, η οποία εκδηλώνεται με έντονο πόνο ή/και οίδημα της περιοχής. Σε ήπιες περιπτώσεις υποχωρεί από μόνη της, ενώ σε πολύ οξείες περιπτώσεις χρειάζεται πολύ ισχυρή αντιβίωση και μπορεί να αποβεί επικίνδυνη ακόμα και για τη γενικότερη υγεία του ασθενούς.
Η αφαίρεση των εγκλείστων και των ημιεγκλείστων φρονιμιτών μπορεί να παρουσιάσει βαθμό δυσκολίας ανάλογα με τη θέση τους, τον αριθμό και την κάμψη των ριζών τους, αλλά και την εμπειρία και την ικανότητα του επεμβαίνοντος. Για το λόγο αυτό θα πρέπει να γίνεται από ειδικούς Στοματικούς Χειρουργούς, οι οποίοι έχουν τις γνώσεις και την εμπειρία να τη φέρουν εις πέρας γρήγορα, ατραυματικά και ανώδυνα για τον ασθενή, επιτυγχάνοντας έτσι ταχεία και σωστή επούλωση της περιοχής.
Η εξαγωγή ενός δοντιού μπορεί να αποδειχθεί εξαιρετικά δύσκολη για το γενικό οδοντίατρο, οδηγώντας σε επιπλοκές και ταλαιπωρία του ασθενούς. Κάποιες φορές μάλιστα δε γίνεται και ολοκληρωμένα, αλλά παραμένουν στο οστό των γνάθων τμήματα των ριζών του δοντιού τα οποία αν δεν αφαιρεθούν αποτελούν εστίες φλεγμονής.
Η δυσκολία μιας εξαγωγής μπορεί να οφείλεται σε ιδιαιτερότητες που εμφανίζει ένα δόντι όπως το σχήμα των ριζών του, η συνοστέωσή του με τη γνάθο αν είναι απονευρωμένο, η καταστροφή μεγάλου μέρους του από τερηδόνα που το καθιστά εύθραυστο κατά την εξαγωγή κλπ. Σε κάποιες τέτοιες περιπτώσεις η εξαγωγή με συμβατικό τρόπο είναι δύσκολη έως αδύνατη και για να αφαιρεθεί το δόντι απαιτούνται μικροχειρουργικές ενέργειες.
Με τη χειρουργική εξαγωγή η τελική ταλαιπωρία της περιοχής είναι μικρότερη, πράγμα που είναι εξαιρετικά σημαντικό σε περιπτώσεις όπου πρόκειται να τοποθετηθεί εμφύτευμα. Σε άλλες περιπτώσεις, αφού αφαιρεθεί το δόντι, η περιοχή προετοιμάζεται για να μπορέσει αργότερα να δεχθεί εμφύτευμα ή εμφυτεύματα. Η χειρουργική εξαγωγή ενός δοντιού απαιτεί ειδικές γνώσεις, ταχύτητα και εμπειρία και γι’αυτό το λόγο θα πρέπει να γίνεται από ειδικό Χειρουργό Στόματος.
Οι κυνόδοντες είναι τα τελευταία δόντια που ανατέλλουν στο στόμα. Κάποιες φορές δεν υπάρχει χώρος για να ανατείλουν, οπότε παραμένουν έγκλειστοι, καλυμμένοι από το οστό της γνάθου, συνήθως πάνω από τις ρίζες των μπροστινών δοντιών της άνω γνάθου. Οι έγκλειστοι κυνόδοντες πρέπει έγκαιρα να αποκαλύπτονται κι εν συνεχεία να έλκονται από τον Ορθοδοντικό στη φυσική τους θέση. Η διάγνωση και η παρέμβαση γίνεται περίπου στην ηλικία των 12 ετών και απαιτεί συνεργασία του Χειρουργού Στόματος με τον Ορθοδοντικό. Ο Χειρουργός Στόματος αφαιρεί το νεογιλό (παιδικό) κυνόδοντα και αποκαλύπτει χειρουργικά τη μύλη του μόνιμου κυνόδοντα που συνήθως βρίσκεται στην υπερώα (ουρανίσκο). Στη συνέχεια, ο Ορθοδοντικός κολλάει ένα bracket (σιδεράκι) στη μύλη του αποκαλυμμένου κυνόδοντα και τον έλκει στη θέση του με ειδικό αλυσιδάκι.
Οι κύστεις δημιουργούνται στο εσωτερικό του οστού της γνάθου συνήθως κάτω από τις ρίζες δοντιών με νέκρωση του πολφού ή με ελλιπή ενδοδοντική θεραπεία (απονεύρωση). Άλλες φορές μπορεί να είναι τραυματικής αιτιολογίας ή να μην έχουν εμφανή αιτία (ιδιοπαθείς). Εάν οι κύστεις οφείλονται σε ελλιπή ενδοδοντική θεραπεία ή σε νέκρωση, αρχικά γίνεται προσπάθεια να αντιμετωπιστούν με μια σωστή ενδοδοντική θεραπεία. Πάντως, αν οι κύστεις παραμένουν θα πρέπει να αφαιρούνται ακόμα κι αν δε δίνουν συμπτώματα, γιατί μεγαλώνουν συνεχώς «τρώγοντας» και αδυνατίζοντας το οστό της γνάθου και προσβάλλοντας τα διπλανά δόντια.
Υπάρχουν διάφοροι λόγοι που ο ασθενής μπορεί να εντοπίσει κάποιο ογκίδιο στο εσωτερικό του στόματος. Στην πλειοψηφία των περιπτώσεων είναι καλοήθη και οφείλονται σε τραυματισμό (δάγκωμα μιας περιοχής-τραυματικό ίνωμα), ή σε ρήξη αγγείου ή σε διόγκωση σιαλογόνου αδένα. Σε όλες τις περιπτώσεις το ογκίδιο αφαιρείται και στέλνεται για βιοψία προκειμένου να επιβεβαιωθεί η διάγνωση που είχε τεθεί. Στις μέρες μας η χρήση του laser έχει καταστήσει την αφαίρεση αυτών των ογκιδίων εύκολη, ατραυματική, ανώδυνη και με καλύτερη επούλωση.
Η χαλινεκτομή είναι μια μικρή χειρουργική επέμβαση με την οποία γίνεται εκτομή του χαλινού, του μικρού υμένα που ενώνει το χείλος με τα ούλα και δεν το αφήνει να κινηθεί ανεξέλεγκτα. Χαλινοί υπάρχουν στη μέση γραμμή της άνω και της κάτω γνάθου, στην περιοχή των προγομφίων και στις δύο γνάθους, αλλά και στη γλώσσα, μεταξύ της κάτω επιφάνειάς της και του εδάφους του στόματος.
Οι χαλινοί μπορεί να δημιουργήσουν διάφορα προβλήματα. Το πιο συνηθισμένο πρόβλημα που προκαλούν είναι ορθοδοντικής φύσεως, όταν καταλήγουν ανάμεσα στα κεντρικά δόντια της άνω ή της κάτω γνάθου δημιουργώντας μεταξύ τους διάστημα. Αν ο χαλινός δεν αφαιρεθεί προληπτικά, το αντιαισθητικό αυτό διάστημα είναι πολλές φορές αδύνατο να διορθωθεί ορθοδοντικά. Οι χαλινοί που προσφύονται ανάμεσα στα δόντια προκαλούν επίσης τάσεις στα ούλα κι έτσι σχετίζονται με τη δημιουργία υφιζήσεων. Και στην περίπτωση αυτή, η διόρθωση των υφιζήσεων με ουλοπλαστική δε θα έχει σταθερό αποτέλεσμα αν δεν γίνει εκτομή του χαλινού. Άλλη ένδειξη να γίνει χαλινεκτομή είναι όταν οι χαλινοί παρεμποδίζουν τη σωστή τοποθέτηση ολικών οδοντοστοιχιών. Τέλος ο γλωσσικός χαλινός μπορεί να προκαλέσει μερική ή και πλήρη αγκυλογλωσσία, δηλαδή να περιορίζει τόσο πολύ την κινητικότητα της γλώσσας που να δυσχεραίνεται η ομιλία.
Παλαιότερα η χαλινεκτομή γινόταν με κλασική χειρουργική, που είχε μικροαιμορραγία, ράμματα και δημιουργούσε δυσφορία στον ασθενή. Σήμερα με τη βοήθεια του οδοντιατρικού laser η εκτομή μπορεί να γίνει μέσα σε λίγα λεπτά χωρίς πόνο, αιμορραγία και το σημαντικότερο χωρίς να δημιουργεί το παραμικρό πρόβλημα στον ασθενή και ιδιαίτερα στα παιδιά.
Μετά την εξαγωγή ενός ή περισσοτέρων των δοντιών το οστό της γνάθου που τα στήριζε μειώνεται σημαντικά σε όγκο. Αυτό έχει να κάνει με τη γενικότερη οικονομία ιστών του οργανισμού, σύμφωνα με την οποία το οστό που παύει να στηρίζει ένα ή περισσότερα δόντια χάνει τη λειτουργία του και δεν έχει λόγο να διατηρείται, οπότε σταδιακά αρχίζει να απορροφάται.
Η φυσιολογική διαδικασία της απορρόφησης του οστού μειώνεται στο ελάχιστο όταν οι εξαγωγές γίνονται ατραυματικά, με ελάχιστη κακοποίηση των ιστών και η λειτουργία του οστού της περιοχής αποκαθίσταται σύντομα με την τοποθέτηση εμφυτευμάτων. Αυτό δυστυχώς δε γίνεται πάντα και στην καθημερινή κλινική πράξη συναντάμε ασθενείς στους οποίους το οστό που κάποτε στήριζε δόντια έχει απορροφηθεί τελείως. Σε αυτές τις περιπτώσεις η τοποθέτηση των εμφυτευμάτων είναι δυνατή, εφόσον πρώτα γίνει οστική ανάπλαση της περιοχής.
Η οστική ανάπλαση γίνεται με τη βοήθεια μοσχευμάτων. Το μόσχευμα μπορεί να ληφθεί από τον ίδιο τον ασθενή ή να προέρχεται από άλλη πηγη-αλλομόσχευμα ή ξενομόσχευμα. Με τα υλικά αυτά και με τη βοήθεια ειδικών μεμβρανών μπορούμε να αναπλάσουμε το οστό της γνάθου ώστε να μπορεί να δεχθεί μια αποκατάσταση με εμφυτεύματα.
Μια ιδιαίτερη ανατομικά περιοχή για την τοποθέτηση εμφυτευμάτων είναι η οπίσθια περιοχή της άνω γνάθου. Στην περιοχή αυτή πολύ συχνά παρουσιάζεται το φαινόμενο να μην υπάρχει αρκετός όγκος οστού, λόγω του ότι εκεί καταδύεται το κάτω τοίχωμα του ιγμορείου άντρου. Εννοείται ότι τα εμφυτεύματα απαγορεύεται να θίξουν το έδαφος τους ιγμορείου ή και να εισέλθουν σε αυτό, διότι πιθανότατα θα απορριφθούν, αλλά και θα προκαλέσουν φλεγμονή στο ιγμόρειο, τη γνωστή μας ιγμορίτιδα. Σε αυτή την περιοχή μπορούμε να δώσουμε λύσεις με τις διαδικασίες ανύψωσης του ιγμορείου. Συγκεκριμένα το έδαφος του ιγμορείου μετακινείται προς τα πάνω δημιουργώντας χώρο για να τοποθετηθεί αρχικά ένα κατάλληλο μόσχευμα και στη συνέχεια ένα ή περισσότερα εμφυτεύματα. Η χειρουργική τοποθέτηση των εμφυτευμάτων γίνεται στη συνεδρία της ανύψωσης του ιγμορείου ή περίπου 4 μήνες μετά, αφού αναπλαστεί το οστό της φατνιακής ακρολοφίας.
Συμπερασματικά στις περισσότερες περιπτώσεις που υπάρχει μεγάλη οστική απορρόφηση μπορούμε σήμερα να δώσουμε λύση για την αποκατάσταση με εμφυτεύματα. Οι χειρουργικές διαδικασίες που αναφέρθηκαν είναι απόλυτα ασφαλείς και έχουν πολύ καλά ποσοστά επιτυχίας, αρκεί βέβαια να γίνουν από εξειδικευμένο κλινικό, αφου προηγουμένως ληφθεί λεπτομερές ιατρικό ιστορικό του ασθενούς και γίνει ενδελεχής ακτινογραφικός έλεγχος της περιοχής.
Τα ορθοδοντικά μικροεμφυτεύματα είναι μια νέα, αλλά ευρύτατα αποδεκτή μέθοδος. Πρόκειται για πολύ μικρές βίδες τιτανίου, οι οποίες τοποθετούνται προσωρινά στο οστό που βρίσκεται γύρω από τις ρίζες των δοντιών, προκειμένου να προσφέρουν στήριξη στο πλαίσιο της ορθοδοντικής μετακίνησης των δοντιών. Σε πολλές περιπτώσεις η χρήση τους καταργεί τα κινητά εξωστοματικά τόξα που τοποθετούνταν στο παρελθόν και χρησιμοποιούσαν το κεφάλι σαν στήριξη για την έλξη των τελευταίων δοντιών. Γίνονται λοιπόν καλά ανεκτά από τους ασθενείς και μειώνουν πολύ το χρόνο θεραπείας.
Η τοποθέτηση των ορθοδοντικών εμφυτευμάτων είναι μια πολύ απλή και ελάχιστα επεμβατική διαδικασία. Τα εμφυτεύματα τοποθετούνται από το Χειρουργό Στόματος, υπό την καθοδήγηση του Ορθοδοντικού, με τη χρήση ειδικών εργαλείων, ενώ η ενόχληση είναι πολύ μικρή έως μηδαμινή. Μέτά την τοποθέτησή τους, ο Ορθοδοντικός μπορεί άμεσα να τα χρησιμοποιήσει ως σημείο στήριξης, να τοποθετήσει δηλαδή ελάσματα που στηριζόμενα στα εμφυτεύματα έλκουν και μετακινούν κάποια δόντια.
Είναι επώδυνη η αφαίρεση των φρονιμιτών?
Όχι. Η αφαίρεση των φρονιμιτών γίνεται με τοπική αναισθησία, χωρίς καθόλου πόνο του ασθενούς. Την πρώτη μέρα μετά την αφαίρεση περιμένουμε πόνο αντιμετωπίσιμο με απλά παυσίπονα και οίδημα που για τις πρώτες δύο μέρες επιδεινώνεται, ενώ από την τρίτη μέρα αρχίζει να υποχωρεί. Επίσης, για τις πρώτες 1-2 μέρες συστήνεται η αποχή από έντονη σωματική ή αθλητική δραστηριότητα.
Ποιά είναι η κατάλληλη ηλικία για την αφαίρεση των φρονιμιτών?
Η καλύτερη ηλικία για την αφαίρεση των φρονιμιτών μετά από ακτινογραφικό έλεγχο και επιβεβαίωση της παρουσίας τους είναι η εφηβεία (14-17 ετών). Στο στάδιο αυτό οι φρονιμίτες αφενός δεν έχουν ολοκληρώσει την ανάπτυξή τους (επιστημονικά ονομάζονται σπέρματα), οπότε η εξαγωγή τους είναι απλή με λιγότερη ταλαιπωρία για τον ασθενή και αφετέρου δεν έχουν ακόμα προλάβει να προκαλέσουν προβλήματα στα δόντια ή στη γνάθο.
Γιατί πρέπει οπωσδήποτε να αφαιρούνται οι κύστεις? Δεν υποχωρούν με αντιβίωση?
Όχι. Η αντιβίωση δεν έχει καμία αντίδραση πάνω στις κύστεις, παρά μόνο στην οξεία τους φάση όπου «περιχαρακώνει» τη φλεγμονή, δεν επιτρέπει δηλαδή στα υγρά της φλεγμονής (πχ πύον) να προχωρήσουν ανεξέλεγκτα σε παρακείμενους ανατομικούς χώρους, οπότε κλινικά βοηθάει τον ασθενή να μην έχει ανεξέλεγκτο οίδημα. Κατά τα άλλα οι οδοντογενείς κύστεις θεραπεύονται σε κάποιο ποσοστό με την ενδοδοντική θεραπεία του υπαίτιου δοντιού(απονεύρωση), ενώ όλες οι υπόλοιπες πρέπει να αφαιρούνται. Αν αφεθούν αυξάνονται σε μέγεθος «τρώγοντας» το οστό της γνάθου, οπότε μπορεί να εισέλθουν στο ιγμόρειο άντρο ή στη ρινική κοιλότητα στην άνω γνάθο, ή να απωθήσουν το κεντρικό αγγείο και νεύρο της κάτω γνάθου προκαλώντας διάφορα προβλήματα.
Μου αφαίρεσαν ένα ογκίδιο από το στόμα και το έστειλαν για βιοψία. Να ανησυχήσω?
Όχι. Όσο κατατοπιστική κι αν είναι η κλινική εικόνα ενός ογκιδίου ή μιας άλλης βλάβης που αφαιρείται από τον οργανισμό, είναι απαράβατος κανόνας ότι πρέπει να σταλεί για ιστολογική εξέταση (βιοψία), ώστε να γίνει η απόλυτη ταυτοποίησή του, η οποία με τη σειρά της θα καθορίσει την κατάλληλη θεραπεία.
Σε ποιά ηλικία είναι καλό να γίνεται εκτομή του χαλινού? Είναι επώδυνο για τα παιδιά?
Η χαλινεκτομή γίνεται συνήθως μετά από υπόδειξη του Ορθοδοντικού με βάση την πορεία της ορθοδοντικής θεραπείας, γενικά όμως γίνεται νωρίς. Δεν είναι επώδυνη διαδικασία όταν γίνεται με διαθερμία-laser, γιατί δεν έχει αιμορραγία, δεν απαιτεί ράμματα, ούτε αντιβίωση. Η επουλωτική πορεία είναι γρήγορη, καθαρή και ανώδυνη.
Αξίζει τον κόπο να αυξήσω το όστο της γνάθου μου με μοσχεύματα για να βάλω εμφυτεύματα? Ποιό μόσχευμα είναι προτιμότερο, το δικό μου ή το ξένο?
Ναι. Η διαδικασία τοποθέτησης μοσχεύματος για την αύξηση του οστού της γνάθου είναι πλέον μια επέμβαση ρουτίνας για έναν έμπειρο χειρουργό και προσφέρει λύση για τοποθέτηση ακίνητων προσθετικών εργασιών εκεί που στο παρελθόν τοποθετούνταν οδοντοστοιχίες. Η βαρύτητα της επέμβασης εξαρτάται από την ποσότητα οστού που λείπει και διαφέρει ανά περιστατικό. Ο πόνος είναι απόλυτα αντιμετωπίσιμος με παυσίπονα και το πρήξιμο πολύ ελεγχόμενο. Τόσο το οστικό μόσχευμα από τον ίδιο οργανισμό, όσο και το ξένο έχουν εξαιρετικό αποτέλεσμα, η απόφαση λαμβάνεται από το χειρουργό ανάλογα με το περιστατικό.