Η ξηροστομία ορίζεται σαν αίσθημα ξηρότητας στο στόμα και συνήθως οφείλεται σε μειωμένη παραγωγή σάλιου από τους σιαλογόνους αδένες. Τα αίτια της μπορεί να είναι απλές καταστάσεις, όπως το άγχος, η στοματική αναπνοή και το κάπνισμα, ή διάφορες νόσοι, όπως η αναιμία, το σύνδρομο Sjogren, το AIDS, ο Σακχαρώδης Διαβήτης και η υποβιταμίνωση. Άλλη αιτία είναι η λήψη φαρμάκων όπως αντικαταθλιπτικά, αντιισταμινικά, αντιυπερτασικά, αντιπαρκινσονικά, μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη κ.α. Η εμφάνιση ξηροστομίας είναι, τέλος, πολύ συνηθισμένη μετά την ακτινοθεραπεία κεφαλής και τραχήλου.
Η ξηροστομία προκαλεί στον ασθενή πολύ δυσάρεστο συναίσθημα, το οποίο συχνά τον οδηγεί στο στοματολόγο για την αναζήτηση κατάλληλης θεραπείας. Αρχικά διερευνάται το αίτιο της ξηροστομίας, αν αυτό δεν είναι γνωστό. Αν το αίτιο δε μπορεί να αντιμετωπιστεί, όπως πχ στο σύνδρομο Sjogren, τότε σκοπός του στοματολόγου είναι να προφέρει στον ασθενή ανακούφιση προτείνοντας τη λήψη πολλών υγρών και ίσως κάποιου υποκατάστατου σάλιου. Επίσης, επειδή υπάρχει σημαντικός κίνδυνος τερηδονισμού των δοντιών λόγω έλλειψης σάλιου, στους ασθενείς αυτούς εφαρμόζεται προληπτικό πρόγραμμα με συχνές φθοριώσεις και χρήση ειδικής οδοντόκρεμας και συστήνεται ειδική διατροφή με μειωμένη πρόσληψη σακχάρων.
Η δυσάρεστη μυρωδιά της στοματικής κοιλότητας απασχολεί πολλούς ασθενείς και τους οδηγεί στον οδοντίατρο. Η κακοσμία μπορεί να οφείλεται σε παράγοντες όπως η διατροφή, το κάπνισμα και το αλκοόλ, αλλά και σε νοσήματα του βλεννογονου του στόματος και των δοντιών. Τέτοια μπορεί να είναι η περιοδοντίτιδα, τερηδονισμένα δόντια, παραμελημένες προσθετικές εργασίες, η ξηροστομία κλπ.
Αν η κακοσμία παραμένει αφού ελεγχθούν όλα τα αίτια από τη στοματική κοιλότητα, τότε γίνεται διερεύνηση για αίτια από το γαστρεντερικό σύστημα, όπως είναι πχ η γαστρίτιδα και η γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση ή για άλλα νοσήματα, όπως είναι ο Σακχαρώδης Διαβήτης.
Οι άφθες εμφανίζονται στο βλεννογόνο του στόματος σαν επώδυνα, υποτροπιάζοντα έλκη (μικρές ελλείψεις στο βλεννογόνο σαν τον πυθμένα μιας φυσαλίδας που έχει σπάσει). Η αιτιολογία και ο μηχανισμός με τον οποίο δημιουργούνται δεν είναι ακόμα απόλυτα σαφή. Ως αίτια των αφθών έχουν κατά καιρούς ενοχοποιηθεί διάφοροι ιοί και βακτήρια(α αιμολυτικός στρεπτόκοκκος). Επίσης η εμφάνιση των αφθών μπορεί να σχετίζεται και με άλλους παράγοντες όπως τραύμα, αλλεργία σε τροφές ή φάρμακα, άσθμα, αβιταμινώσεις, έλλειψη ιχνοστοιχείων και σιδήρου, έμμηνος ρήση, στρες και άγχος. Πολλοί ερευνητές επίσης αναφέρονται και στην κληρονομική προδιάθεση, καθώς άφθες παρατηρούνται με αυξημένη συχνότητα σε δίδυμα αδέλφια ή σε γονείς-παιδιά.
Μια-δυο μέρες πριν από την εμφάνιση της άφθας ο ασθενής νιώθει κάψιμο στην περιοχή. Στη συνέχεια εμφανίζεται μια στρογγυλή-ωοειδής έλκωση μερικών χιλιοστών. Οι άφθες συνοδεύονται από έντονο καύσο ή πόνο, γεγονός που προκαλεί δυσχέρεια στη μάσηση. Συνήθως εντοπίζονται κάτω από τη γλώσσα, στα χείλη και στη μαλακή υπερώα. Οι μικρές άφθες διαρκούν 4-10 μέρες και δεν αφήνουν ουλή. Αντιθέτως, μεγαλύτερες άφθες (άνω του ενός εκατοστού διάμετρος, σπανιότερες) διαρκούν 2-6 εβδομάδες και μετά την αποδρομή τους αφήνουν ουλή.
Η θεραπεία των αφθών είναι ένα δύσκολο πρόβλημα, καθώς δεν είναι γνωστή η ακριβής αιτιολογία τους. Τα θεραπευτικά σχήματα που ακολουθούνται έχουν ως κύριο στόχο την ανακούφιση του ασθενούς και τη γρηγορότερη επούλωση των αφθών. Συνήθως συστήνονται πλύσεις με χαμομήλι ή με κάποιο διάλυμα χλωρεξιδίνης, όπως και κάποια σκευάσματα με αλόη που φαίνεται να έχουν θετική επίδραση. Εκείνο που σίγουρα θα πρέπει να αποφεύγεται είναι η χρήση σκευασμάτων που περιέχουν σαλυκιλικό οξύ(πχ pyralvex) ή στοματικών διαλυμάτων με αλκοόλη διότι δημιουργούν έγκαυμα και αντί να βοηθούν, επιβραδύνουν ακόμη περισσότερο την επούλωση της άφθας.
Η μυκητίαση του στόματος είναι πολύ συνηθισμένη κατάσταση, η οποία συνήθως προκαλείται από το μύκητα Candida albicans και για το λόγο αυτό αναφέρεται και ως καντιντίαση. Χαρακτηριστικό της είναι η εμφάνιση λευκών ή κιτρινωπών πλακών στη γλώσσα, στο λαιμό, στα ούλα, στην υπερώα (ουρανίσκο) ή στην εσωτερική επιφάνεια των παρειών (μάγουλα). Οι πλάκες αυτές δεν προκαλούν πόνο πέρα από μια μικρή ενόχληση, ενώ αποκολλώνται εύκολα αν ξυστούν, αφήνοντας πίσω τους μια ερυθρή επιφάνεια που μπορεί να αιμορραγήσει ελαφρά. Είναι συνηθισμένη μόλυνση σε όσους φοράνε τεχνητές οδοντοστοιχίες, έχουν εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα, έχουν ξηροστομία ή έχουν πρόσφατα πάρει αντιβίωση.
Η πρόληψη της μυκητίασης του στόματος γίνεται με τον έλεγχο των αιτιών που την προκαλούν. Στους ασθενείς με τεχνητές οδοντοστοιχίες τονίζεται η σημασία του σωστού καθαρισμού τους, κυρίως κατά τη διάρκεια της νύχτας, ώστε να προλαμβάνονται οι μυκητιάσεις. Στους ασθενείς με ξηροστομία μπορούν να χορηγηθούν υποκατάστατα σάλιου. Τέλος, οι μυκητιάσεις που οφείλονται στη λήψη αντιβιώσεων μπορούν να προληφθούν όταν αυτές συγχορηγούνται με προβιοτικά φάρμακα.
Όταν η μυκητίαση στο στόμα έχει εγκατασταθεί, η θεραπεία της γίνεται με αντιμυκητιασικά φάρμακα είτε από το στόμα είτε σε μορφή γέλης.
Οι λευκές πλάκες στο στόμα μπορεί να σχετίζονται με διάφορες καταστάσεις. Είναι πιθανό να είναι αντιδραστικές βλάβες λόγω καπνίσματος, αλκοόλ ή στοματικών διαλύμάτων. Επίσης μπορεί να σχετίζονται με λοιμώξεις του στοματικού βλεννογόνου (πχ μυκητίαση) ή με αυτοάνοσες νόσους (πχ ομαλός λειχήνας).
Η λευκοπλακία του στόματος είναι μια σχετικά συχνή βλάβη του στοματικού βλεννογόνου που απαντάται στο 0.2-5% του γενικού πληθυσμού παγκοσμίως. Ο όρος λευκοπλακία αναφέρεται σε μια λευκή πλάκα στο βλεννογόνο του στόματος, η οποία δεν αποκολλάται και αποτελεί τον πιο συχνό τύπο προκαρκινικής βλάβης.
Γενικά οποιαδήποτε βλάβη στο στόμα θα πρέπει να αξιολογείται από ειδικό Στοματολόγο και αν επιμένει θα πρέπει να προγραμματίζεται για βιοψία.
Η γεωγραφική γλώσσα είναι μια φυσιολογική παραλλαγή της μορφολογίας της γλώσσας, η οποία μοιάζει σα να έχει ερυθρές επιφάνειες που αλλάζουν θέση. Ουσιαστικά πρόκειται για περιοχές της γλώσσας όπου υπάρχει απόπτωση των τριχοειδών θηλών. Δεν είναι κάτι ανησυχητικό και στις περισσότερες περιπτώσεις δεν προκαλεί κανένα σύμπτωμα, οπότε και δε χρειάζεται αντιμετώπιση.
1. Στο στόμα μου έχω μια πληγή που δεν κλείνει. Πρέπει να ανησυχήσω?
Ίσως. Οποιοδήποτε έλκος στη στοματική κοιλότητα θα πρέπει να αξιολογείται από τον οδοντίατρο, με εξαίρεση τις απλές άφθες που έχουν χαρακτηριστική εικόνα και σίγουρα επουλώνονται σε 4-10 μέρες. Γενικά, κάθε πληγή που επιμένει στο στόμα για πάνω από 2 εβδομάδες θα πρέπει να δειρευνάται.
2. Νιώθω ότι το στόμα μου καίει. Τί να κάνω?
Θα πρέπει σίγουρα να απευθυνθείτε στον ειδικό Στοματολόγο, ο οποίος θα προσπαθήσει αρχικά να διερευνήσει το αίτιο της κατάστασης. Η καυσαλγία που συχνότερα εντοπίζεται στην άνω επιφάνεια της γλώσσας μπορεί να είναι άγνωστης αιτιολογίας, να οφείλεται σε τοπικά αίτια ή σε γενικά αίτια. Τοπικά αίτια από το στόμα μπορεί να είναι η ξηροστομία, λοιμώξεις ή η κακή εφαρμογή προσθετικών εργασιών, ενώ γενικά αίτια μπορεί να είναι οι υποβιταμινώσεις (έλλειψη Β12, φυλλικού οξεός), η γαστρίτιδα, το άγχος και η κατάθλιψη. Αφού γίνει η διάγνωση του αιτίου ο ειδικός Στοματολόγος συστήνει ανάλογη θεραπεία (πχ στις υποβιταμινώσεις χορηγούνται βιταμίνες), ενώ αν δεν υπάρχει σαφές αίτιο ή αν το αίτιο δε μπορεί να αντιμετωπιστεί (πχ άγχος), για την ανακούφιση του ασθενούς χορηγούνται κάποιες φορές συμπληρώματα ψευδαργύρου.
3. Πήρα αντιβίωση και η γλώσσα μου εμφάνισε λευκές πλάκες. Να ανησυχήσω?
Όχι. Αρκετά συχνά μετά τη λήψη αντιβίωσης και λόγω ανοσοκαταστολής μπορεί να εμφανιστεί μυκητίαση στη στοματική κοιλότητα με τη μορφή λευκών πλακών που μοιάζουν με πήγμα γάλακτος. Δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας, απλά επισκεφτείτε ειδικό για τη σωστή φαρμακευτική αντιμετώπιση της μυκητίασης.
4. Ταλαιπωρούμαι πολύ από άφθες και στο φαρμακείο μου έδωσαν pyralvex αλλά δεν ανακουφίζομαι. Τί να κάνω?
Σίγουρα να σταματήσετε το pyralvex διότι, λόγω του ότι περιέχει σαλυκιλικό οξύ, προκαλεί τοπικό χημικό έγκαυμα και τελικά αντί να βοηθάει επιβραδύνει ακόμη περισσότερο την επούλωση της άφθας. Το ίδιο συμβαίνει και με στοματικά διαλύματα που περιέχουν αλκοόλη κι επίσης προκαλούν έγκαυμα. Οι περισσότερες άφθες επουλώνονται από μόνες τους μέσα σε 4-10 μέρες. Για την ταχύτερη επούλωση συστήνονται πλύσεις με χαμομήλι ή με κάποιο διάλυμα χλωρεξιδίνης, καθώς και η εφαρμογή σκευασμάτων αλόης.